Πειραιον

Πειραιον
    Πείραιον
    τό Xen. = Πειραιός См. Πειραιος

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Πειραιον" в других словарях:

  • Πείραιον — Λιμάνι της αρχαίας Κορίνθου στον Κορινθιακό κόλπο, που πολλοί το ταυτίζουν με το σημερινό Λουτράκι. Το Π. είχε καταλάβει για ένα διάστημα ο Αγησίλαος …   Dictionary of Greek

  • Πείραιον — Πείραιος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»